Με την παρούσα έκδοση «Συμβούλιο Εφετών και αμετάκλητη παραπομπή κατηγορουμένου» επιχειρείται συστηματική ανάλυση ενός ειδικότερου τρόπου ουσιαστικής περάτωσης της κύριας ανάκρισης, ενός μοντέλου παραπομπής του κατηγορουμένου. Η παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο αποτελούσε ανέκαθεν για το νομοθέτη ένα χώρο διαρκούς επαναπροσδιορισμού, ένα πεδίο συνεχούς αναμόρφωσης και τροποποίησης των διατάξεων που το ρυθμίζουν.
Το πρώτο μέρος του έργου περιλαμβάνει μια συνολική ιστορική μελέτη και καταγραφή του χώρου της ουσιαστικής περάτωσης της κύριας ανάκρισης. Η καταγραφή αυτή αρχίζει από την προϊσχύσασα Ποινική Δικονομία του έτους 1834 και συνεχίζει με την ανάλυση των όσων ίσχυαν στην αρχική μορφή του ΚΠΔ, ερευνώντας τη διαχρονική εξέλιξη της παραπομπής του κατηγορουμένου στο ακροατήριο από το 1950 έως το 1976, από το 1976 και μέχρι το 2010 και, τέλος, προσεγγίζει το σημερινό κανονιστικό πλαίσιο, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την ισχύ του Ν 3904/2010.
Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η μελέτη του μοντέλου παραπομπής του κατηγορουμένου με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου εφετών υπό το πρίσμα της διαπλοκής του με άλλα μοντέλα παραπομπής του κατηγορουμένου (απευθείας κλήση, αλληλοεπικάλυψη Ν 1608/1950 και Ν 4022/2011, δικονομικοί τρόποι παραπομπής, συνάφεια κ.ά.).
Στο τρίτο μέρος του έργου καταγράφονται τα ζητήματα που άπτονται της συμπληρωματικής ανάκρισης σε σχέση πάντα με το μοντέλο παραπομπής του κατηγορουμένου με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου εφετών. Εδώ αναπτύσσεται η δυνατότητα του εισαγγελέα εφετών να διατάξει συμπληρωματική ανάκριση, η δυνατότητα του ανακριτή να διαφωνήσει στην παραγγελία του εισαγγελέα εφετών για διενέργεια συμπληρωματικής ανάκρισης και η δυνατότητα του συμβουλίου εφετών να διατάξει συμπληρωματική ανάκριση.
Στο τέταρτο μέρος ερευνώνται τα ζητήματα του αμετακλήτου του εκδιδόμενου βουλεύματος όταν ο κατηγορούμενος δεν παραπέμπεται τελικώς για κακούργημα για το οποίο προβλέπεται η περάτωση της κύριας ανάκρισης με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου εφετών, αλλά για άλλη πράξη κατʼ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας. Ακολουθεί η μελέτη της έκτασης του αμετακλήτου του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών για τους Εισαγγελικούς Λειτουργούς, ενώ ερευνάται και η έκταση του αμετακλήτου για τον πολιτικώς ενάγοντα.
Στο πέμπτο μέρος αναδεικνύονται τα επίμαχα ζητήματα που αφορούν τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού στον χώρο του αμετάκλητου βουλεύματος του συμβουλίου εφετών. Αναζητείται έτσι το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο για την άρση ή την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης και των περιοριστικών όρων, καθώς και η εξεύρεση του αρμοδίου για την εξακολούθηση και την παράταση της προσωρινής κράτησης συμβουλίου.
Στο έκτο και τελευταίο μέρος παρουσιάζονται τα ζητήματα της συμβατότητας του αμετάκλητου βουλεύματος του συμβουλίου εφετών με τους κανόνες αυξημένης τυπικής ισχύος.