Λ. Μαργαρίτης/Ν. Βασιλειάδης, Επιβαρυντικές περιστάσεις και ομόφωνη απαλλαγή του κατηγορουμένου γι’ αυτές – Κατ’ επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος και μη κατάφασή του: Οριοθέτηση του παραδεκτού της εισαγγελικής εφέσεως (Ιδιωτική Γνωμοδότηση) (ΜΕΡΟΣ A΄)
Λάμπρου Χ. Μαργαρίτη, Καθηγητή Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Νικολάου Δ. Βασιλειάδη, ΔΝ, Ειδ. Επιστήμονα Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Δικηγόρου
Απόφαση 349 / 2019 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
Αριθμός 349/2019
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Χυτήρογλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπαηλιάδη, Ναυσικά Φράγκου – Εισηγήτρια, Βασιλική Ηλιοπούλου και Βασιλική Μπαζάκη – Δρακούλη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 16 Μαρτίου 2018, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευσταθίας Σπυροπούλου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου Θ. Δ. του Α., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Βασιλειάδη, για αναίρεση της υπ’αριθ. 9680/27-11-2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 31-1-2018 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 273/18.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση και συγκεκριμένα ως προς την απορριπτική του αυτοτελούς ισχυρισμού για την αναγνώριση της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ.2 εδ.α’Π.Κ και να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη από 31-1-2018 και με αριθμ. πρωτ. …99/6-2-2018 αίτηση αναιρέσεως του Θ. Δ. του Α., που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 6-2-2018, προσβάλλεται η υπ’ αριθμ. 9680/27-11- 2017 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, δικάζοντος ως δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στο Ειδικό Βιβλίο στις 17-1-2018, με την οποία ο αναιρεσείων κρίθηκε ένοχος με το ελαφρυντικό των μη ταπεινών αιτίων (άρθρ. 84 παρ. 2β ΠΚ) για την αξιόποινη πράξη της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής και καταδικάσθηκε σε ποινή φυλακίσεως πέντε (5) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία, ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα και πρέπει να ερευνηθεί για τη βασιμότητα των λόγων της.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933 «περί επιταγής», όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 1325/1972 ορίστηκε ότι, «εκείνος που εκδίδει επιταγή μη πληρωθείσα επί πληρωτή παρά τω οποίω δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια, κατά το χρόνο έκδοσης της επιταγής ή της πληρωμής αυτής, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών». Κατά το ίδιο άρθρο 79 παρ. 1 του άνω ν. 5960/1933, μετά και την προσθήκη παραγράφου 5 σε αυτό με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. α του Ν. 2408/1996, ορίζεται πλέον ότι «εκείνος ο οποίος εκδίδει επιταγή που δεν πληρώθηκε από πληρωτή γιατί δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών». Από τη διάταξη αυτή, από την οποία απαλείφθηκε το «εν γνώσει» της προηγουμένης ρυθμίσεως προκύπτει ότι, το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και για τη στοιχειοθέτησή του απαιτείται αντικειμενικά μεν, α) έκδοση τυπικά έγκυρης επιταγής, δηλαδή συμπλήρωση επί του εντύπου της επιταγής των στοιχείων που προβλέπονται στο νόμο, β) υπογραφή του εκδότη, στη θέση υπογραφής του εκδότη, αδιάφορα αν η επιταγή εκδίδεται για ατομικό του χρέος και σύρεται επί προσωπικού του λογαριασμού ή για χρέος άλλου και εταιρίας που εκπροσωπείται από αυτόν και σύρεται επί λογαριασμού του άλλου ή της εταιρίας, γ) εμπρόθεσμη εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή και δ) έλλειψη αντίστοιχων διαθεσίμων κεφαλαίων στον πληρωτή, τόσο κατά το χρόνο έκδοσης, όσο και κατά το χρόνο εμφάνισης της επιταγής προς πληρωμή, υποκειμενικά δε, δόλος, η ύπαρξη του οποίου δεν απαιτείται να αιτιολογείται ιδιαιτέρως. Με την νέα δηλαδή ρύθμιση, αρκεί ο απλός (ή ενδεχόμενος) δόλος και δεν απαιτείται άμεσος δόλος, με την έννοια της εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεσης της πράξεως. Άρα, για να είναι, δηλαδή, αξιόποινη η πράξη της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής, αρκεί ο εκδότης αυτής σε επίπεδο γνωστικό να γνωρίζει ακόμη και ως ενδεχόμενο και σε επίπεδο βουλητικό να επιδιώκει ή απλά να αποδέχεται όλα τα aαπαιτούμενα στοιχεία για την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος, μεταξύ των οποίων είναι και η έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων. Με βάση τις παραπάνω προϋποθέσεις και το σκοπό της διατάξεως του άνω άρθρου σαφώς προκύπτει, ότι δράστης (αυτουργός) του εγκλήματος της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής μπορεί να είναι μόνο ο «εκδίδων» επιταγή χωρίς αντίκρυσμα, δηλαδή αυτός που πραγματοποιεί την επί του τίτλου δήλωση βουλήσεως (υπογράφει το έγγραφο της επιταγής) και θέτει αυτό σε κυκλοφορία, ανεξάρτητα από το πρόσωπο, για το οποίο απέρχονται οι έννομες συνέπειες, που απορρέουν από αυτή. Ως εκ τούτου, επί εκδότη νομικού προσώπου, το φυσικό πρόσωπο, που εκδίδει με την υπογραφή του επί του τίτλου την ακάλυπτη επιταγή στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας που εκπροσωπεί υπέχει ατομική ποινική ευθύνη για την έκδοση και τη μη πληρωμή της επιταγής αυτής από το λογαριασμό της εταιρίας [ΑΠ 1130/2016, ΑΠ 1232/2016, ΑΠ 1330/2015, ΑΠ 1018/2014, ΑΠ 481/2015, ΑΠ 891/2014].
Εξάλλου, έλλειψη της από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχΔ’ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν δεν αναφέρονται στην απόφαση με πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που λήφθηκαν υπόψη για την κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας περί συνδρομής των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους τα πραγματικά αυτά περιστατικά υπήχθηκαν στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόστηκαν.
Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, αν το τελευταίο, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε, να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της αποφάσεως πλην όμως η συμπλήρωση αυτή δεν μπορεί να φθάσει μέχρι σημείου ολικής αναφοράς στα περιστατικά που αναγράφονται στο διατακτικό. Περαιτέρω, σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, αρκεί να αναφέρονται αυτά γενικά κατά το είδος τους, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται: α) τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά, β) η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους, γ) ποιο βαρύνει περισσότερο για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσεως. Απαιτείται μόνο να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε για τον σχηματισμό της δικανικής του πεποιθήσεως όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι μόνο μερικά απ’ αυτά κατ’ επιλογή, όπως αυτό επιβάλλεται από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 177 παράγραφος 1 και 178 του ΚΠοινΔ. Ακόμη, η ύπαρξη του δόλου δεν είναι αναγκαίο κατ’ αρχάς να αιτιολογείται ιδιαιτέρως στην καταδικαστική απόφαση, γιατί ο δόλος ενυπάρχει στην θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεως του και έτσι διαλαμβάνεται περί του δόλου αιτιολογία στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή του κατηγορουμένου εκτός εάν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η εν γνώσει ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως (άμεσος δόλος) ή ορισμένος περαιτέρω σκοπός (εγκλήματα με υπερχειλή υποκειμενική υπόσταση), τα οποία δεν συμβαίνουν στο έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής.
Περαιτέρω με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα δικαιώματα του ανθρώπου, που επικυρώθηκε με το ΝΔ 53/19/20-9-1974, κατά την οποία «παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεσίς του δικασθή δικαίως, δημοσία και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου, νομίμως λειτουργούντος, το οποίον θα αποφασίσει είτε επί των αμφισβητήσεων επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως, είτε επί του βάσιμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως’. Κατ’ αυτό, η πολιτεία, μέσω των οργάνων της οφείλει να απαντά σε όλα τα επιχειρήματα του κατηγορουμένου και να εξετάζονται αυτά κατά τρόπο πραγματικό από το Δικαστήριο, δηλαδή το Δικαστήριο να προβαίνει σε αποτελεσματική εξέταση των παρατηρήσεων, επιχειρημάτων και αποδείξεων που επικαλούνται οι διάδικοι. Παραβίαση της ως άνω αρχής πέραν της αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας επάγεται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας και ιδρύεται και ο από τα άρθρα 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ και 171 παρ. 1δ του ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως (απ 101/2018, 1821/2016).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 9680/2017 απόφασή του, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως πέντε [5] μηνών, την οποία ανέστειλε επί τριετία. Στο σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: «Επειδή από την κύρια αποδεικτική διαδικασία γενικά, τα έγγραφα που διαβάστηκαν στο ακροατήριο, τις μαρτυρίες των μαρτύρων υπερασπίσεως που εξετάσθηκαν ένορκα στο ακροατήριο, αποδείχθηκε και το Δικαστήριο πείσθηκε ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε την αξιόποινη πράξη που του αποδίδεται. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος στη Θεσσαλονίκη στις 18.7.2011 με πρόθεση εξέδωσε επιταγή μη πληρωθείσα από την πληρώτρια τράπεζα, στην οποία δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο έκδοσης της επιταγής και κατά το χρόνο της πληρωμής αυτής και συγκεκριμένα ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας … Α.Ε., εξέδωσε την υπ’ αριθμ. …42-2 επιταγή ποσού 19.500 ευρώ σε διαταγή «… Ο.Ε» προς την ΑΤΕΒΑΝΚ, η οποία εμφανίστηκε την 26.7.2011 και δεν πληρώθηκε γιατί στον με αριθμ. …089 61 λογαριασμό του κατηγορουμένου δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια. Ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι δεν υπέγραψε την επιταγή ο ίδιος αλλά ο πατέρας του Ά. Δ. δεν κρίνεται πειστικός αφού ο μάρτυρας κατηγορίας ρητά κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος ενώπιον του υπέγραψε την επίδικη επιταγή (βλ. την πρωτόδικη απόφαση). Επομένως, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος. Ωστόσο πρέπει να αναγνωρισθεί ότι στην πράξη του αυτή ο κατηγορούμενος δεν ωθήθηκε από ταπεινά αίτια».
Ακολούθως κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ. 2β του ΠΚ του ότι: «Στη … στις 18.7.2011 με πρόθεση εξέδωσε επιταγή μη πληρωθείσα από την πληρώτρια τράπεζα, στην οποία δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαιο κατά το χρόνο έκδοσης της επιταγής και κατά το χρόνο της πληρωμής αυτής και συγκεκριμένα ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας … Α.Ε., εξέδωσε την υπ’ αριθμ. …42-2 επιταγή ποσού 19.500 ευρώ σε διαταγή «… ΟΕ» προς την … η οποία εμφανίστηκε την 26.7.2011 και δεν πληρώθηκε γιατί στον με αριθμ. …089 61 λογαριασμό του κατηγορουμένου δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια.
Το Δικαστήριο δέχεται ο κατηγορούμενος στην πράξη του ωθήθηκε από όχι ταπεινά αίτια (αρ. 84 παρ. 2β ΠΚ)».
Η ως άνω, όμως αιτιολογία δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού αναφέρεται ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε την αξιόποινη πράξη αορίστως. Ειδικότερα το Εφετείο ουδόλως αναφέρθηκε στην έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης που διενεργήθηκε, με επιμέλεια του κατηγορουμένου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 21764/2015 αποφάσεως του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και η οποία όπως προκύπτει από την παραδεκτή, για την έρευνα της βασιμότητας του αναιρετικού λόγου επισκόπηση της εκκαλουμένης (επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη) αποφάσεως, ανεγνώσθη ενώπιον αυτού. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος, ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 δ ΚΠΔ προβαλλόμενος πρώτος λόγος αναιρέσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως και ο περιλαμβανόμενος σ’ αυτόν λόγος περί απόλυτης ακυρότητος (άρθρο 510 παρ 1 α και 171 ΚΠΔ), διότι εκ της άνω ελλείψεως στέρησε τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο του δικαιώματος για δίκαιη δίκη που παρέχεται από το υπερνομοθετικής ισχύος άρθρο 28 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, παρέλκει δε η έρευνα των υπολοίπων λόγων.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να αναιρεθεί η απόφαση και παραπεμφθεί η υπόθεση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 519 ΚΠΔ για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, του οποίου η σύνθεση είναι δυνατή, από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 9680/2017 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές άλλους, εκτός εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2018.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Φεβρουαρίου 2019.
Απόφαση 1005 / 2018 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)
Αριθμός 1005/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Χυτήρογλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπαηλιάδη, Ναυσικά Φράγκου – Εισηγήτρια, Βασιλική Ηλιοπούλου και Βασιλική Μπαζάκη – Δρακούλη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Οκτωβρίου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Παρασκευαϊδη, (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 2990/2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενους τους: 1. Α. Σ. του Ι., κάτοικο …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Βασιλειάδη, 2. Α. Κ. του Ι., κάτοικο … ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Τριανταφύλλου, 3. Δ. Α. του Κ., κάτοικο … ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Βασιλειάδη, 4. Δ. Μ. του Ν., κάτοικο … ο οποίος δεν εμφανίστηκε, 5. Ι. Μ. του Ε., κάτοικο … 6. Ν. Χ. του Σ., κάτοικο … 7. Σ. Γ. του Δ., κάτοικο … οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Νικόλαο Βασιλειάδη, 8. Α. Κ. του Ι., κάτοικο … ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Τριανταφύλλου. Και πολιτικώς ενάγουσα την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…», η οποία εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και η αναιρεσείουσα Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασιλική Θεοδώρου, ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό …2017 και ημερομηνία 19 Μαΐου 2017 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γ. Σ. και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …2017.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των κατηγορουμένων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 505 παρ. 2 ΚΠΔ, ο Εισαγγελέας του ‘ Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιαδήποτε απόφασης μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 479 παρ. 2 (άρθρο 483 παρ. 3), δηλαδή μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών. Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης, αθωωτικής η καταδικαστικής, οιουδήποτε ποινικού δικαστηρίου, έστω και αν αυτή, όπως απαγγέλθηκε, προσβάλλεται με έφεση και για όλους τους αναφερόμενους στο άρθρο 510 παρ. 1 λόγους, μεταξύ των οποίων και για υπέρβαση εξουσίας.
Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 3 του ΚΠΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 9 του Ν. 969/1979 και όπως τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 3 προστέθηκαν με το άρθρο 10 του ν. 4274/2014, και ορίζει ότι η «η προθεσμία για την άσκηση της αναίρεσης αρχίζει από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου. Η καταχώριση της καθαρογραμμένης απόφασης στο ειδικό βιβλίο απαιτείται μόνο για την έναρξη της προθεσμίας άσκησης αναίρεσης και τυχόν μη καταχώριση δεν εμποδίζει την παραγραφή της ποινής», προκύπτει ότι η πιο πάνω τριακονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αναιρέσεως από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εναντίον αποφάσεως, η οποία, όπως απαγγέλθηκε, είναι εκκλητή, αρχίζει και μετά την ισχύ της πιο πάνω διάταξης της παρ. 3, όχι από τη δημοσίευση της, αλλά από την καταχώρηση της στο προβλεπόμενο, από την άνω διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 473 του ΚΠΔ, ειδικό βιβλίο του Δικαστηρίου, ενώ αν ουδόλως καταχωρηθεί, η αναίρεση είναι πάντα εμπρόθεσμη. (ΑΠ 670/2015).
Συνεπώς η κρινόμενη με αρ. …-5-2017 αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για αναίρεση της με αρ. 2990/29-3-2017 αθωωτικής αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, που όπως από την επισκόπηση αυτής προκύπτει δημοσιεύτηκε στις 29-3-2017, καταχωρίστηκε στο προβλεπόμενο, από την άνω διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 473 του ΚΠΔ, ειδικό βιβλίο του άνω εκδόντος αυτή Δικαστηρίου, στις 24-4-2017 και ασκήθηκε στις 19-5- 2017, είναι εμπρόθεσμη και παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τον προβαλλόμενο λόγο αναιρέσεως της υπερβάσεως εξουσίας (άρθρο 510 παρ 1 περίπτωση Η’Κ.Π.Δ.). Σύμφωνα με το άρθρο 171 §2 ΚΠολΔ, απόλυτη ακυρότητα κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, η οποία λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης και θεμελιώνει τον εκ του άρθρου 510§ 1 στοιχ. Α του ΚΠΔ σύστοιχο λόγο αναιρέσεως, προκαλείται αν ο πολιτικώς ενάγων παρέστη παράνομα στη διαδικασία του ακροατηρίου. Παράνομη δε είναι η παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στο ακροατήριο όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του τελευταίου οι όροι της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποιήσεως για την άσκηση πολιτικής αγωγής, καθώς και όταν παραβιάσθηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και τον χρόνο άσκησης και υποβολής της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 64, 63, και 68 ΚΠολΔ. Η πολιτική αγωγή για την αποζημίωση και την αποκατάσταση από το έγκλημα και για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης μπορεί να ασκηθεί στο ποινικό δικαστήριο από τους δικαιούμενους σύμφωνα με τον αστικό κώδικα δηλ. από τους αμέσως ζημιωθέντος από την αξιόποινη πράξη και ειδικότερα από τους φορείς του δικαιώματος ή του εννόμου αγαθού που έχει προσβληθεί, κατά τις προβλέψεις των διατάξεων των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, το επιτρεπτό δε της παραστάσεως του πολιτικώς ενάγοντος κρίνεται από το περιεχόμενο της απαιτήσεως που περιέχει η δήλωσή του και από το κατηγορητήριο που διαλαμβάνει την αξιόποινη πράξη, ενώ η ουσιαστική βασιμότητα της αξιώσεως από την αποδεικτική διαδικασία (ΑΠ 124/2015).
Συνεπώς, την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντος στην ποινική διαδικασία την αποκτά, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63, 64, 82, 84 και 87 του ΚΠοινΔ, εκείνος που δικαιούται, κατά το αστικό δίκαιο, να ζητήσει αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη. Τέτοιο δικαίωμα, ειδικότερα για χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη κατά τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 του ΑΚ έχει όποιος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) υπέστη αμέσως ηθική βλάβη από την αξιόποινη πράξη που αποδίδεται στον κατηγορούμενο και όχι αυτός που ζημιώθηκε έμμεσα από την πράξη αυτή. Δηλαδή, πρέπει η πολιτική αγωγή για αξίωση χρηματικής ικανοποιήσεως ή αποζημιώσεως να έχει άμεση σχέση και μάλιστα αιτιώδη συνάφεια με την κατηγορία, για την οποία ο κατηγορούμενος διώχθηκε και δικάζεται, τούτο δε κρίνεται κατά τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό χαρακτηρισμό, όπως διατυπώνονται στο κλητήριο θέσπισμα ή στην κλήση του κατηγορούμενου και σύμφωνα με το προστατευόμενο αγαθό. Έτσι, για να προσδιορισθεί ποίος είναι ο αμέσως ζημιούμενος και αν έχει έννομο συμφέρον και νομιμοποιείται ενεργετικά σε άσκηση πολιτικής αγωγής, αναζητείται ποίο είναι το συμφέρον και το έννομο αγαθό που προστατεύει η συγκεκριμένη ποινική διάταξη που παραβιάσθηκε από τον κατηγορούμενο, για την οποία δικάζεται. Το επιτρεπτό της παραστάσεως του πολιτικώς ενάγοντος κρίνεται από το περιεχόμενο της απαιτήσεως που περιέχει η δήλωση του και από το κατηγορητήριο που διαλαμβάνει την άδικη ή άδικες πράξεις, ενώ η ουσιαστική βασιμότητα της αξιώσεως από την αποδεικτική διαδικασία. Τέλος, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63 του ΚΠοινΔ 914 και 932 του ΑΚ, προκύπτει ότι δικαιούνται να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες μόνο εκείνοι που ζημιώνονται άμεσα από το έγκλημα ή υφίσταται ηθική βλάβη η ψυχική οδύνη απ’ αυτό. (ΑΠ 124/2015). Δικαίωμα παραστάσεως πολιτικής αγωγής έχουν και τα νομικά πρόσωπα για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, την οποία υπέστησαν από την άδικη πράξη που τελέστηκε σε βάρος τους και η οποία ηθική βλάβη, πλέον άλλων ζημιογόνων συνεπειών από την αδικοπραξία, έχει αντίκτυπο στην πίστη, στο κύρος και στη φήμη τους έναντι των τρίτων (ΑΠ 207/2017). Περαιτέρω κατά το άρθρο 85 παρ. 1 του υπαλληλικού κώδικα, που κωδικοποιήθηκε με το άρθρο μόνο του ΠΔ 611/1997 προκύπτει, ότι ο υπαγόμενος στις διατάξεις αυτού δημόσιος υπάλληλος δεν ευθύνεται για πράξεις ή παραλείψεις που οφείλονται σε δόλο ή βαριά αμέλεια και έγιναν κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σ’ αυτόν δημόσιας εξουσίας, αλλά υπέχει ευθύνη μόνο το Δημόσιο για την αποζημίωση, ως αστικώς πλέον υπεύθυνο, την οποία, κατά το άρθρο 105 εδ. α’ του Εισ.ΝΑΚ, υποχρεούται να καταβάλει στον αμέσως από το αδίκημα παθόντα για αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας ή για χρηματική του ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 64 παρ. 2 ΚΠοινΔ «με την επιφύλαξη της διατάξεως του άρθρου 89 παρ. 1, όταν από διάταξη νόμου η υποχρέωση για αποκατάσταση της ζημίας ή την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, περιορίζεται αποκλειστικά, σε τρίτο αστικώς υπεύθυνο, ο νομιμοποιούμενος, κατά το άρθρο 63 του ίδιου κώδικα, σε άσκηση πολιτικής αγωγής, μπορεί να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων κατά του κατηγορούμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι εκείνος που ζημιώθηκε αμέσως από το έγκλημα, όταν ταυτόχρονα ή παράλληλα με το Δημόσιο πλήττεται και ιδιωτικό έννομο συμφέρον δικαιούται να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων στο ακροατήριο προς υποστήριξη και μόνο της κατά του κατηγορούμενου δημοσίου υπαλλήλου κατηγορίας, χωρίς να είναι αναγκαίο στην περίπτωση αυτή να διευκρινίζει αν παρίσταται για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης η ψυχικής οδύνης ή για αποκατάσταση υλικής ζημίας, αφού τέτοια δικαιώματα δεν έχει έναντι του κατηγορουμένου υπαλλήλου. Όμως, η προς υποστήριξη και μόνο της κατηγορίας παράσταση, αναγκαία έχει προϋπόθεση ο παριστάμενος να είναι αμέσως παθών από την αξιόποινη πράξη. Δηλαδή, πρέπει η πολιτική αγωγή για αξίωση αποζημιώσεως ή χρηματικής ικανοποιήσεως να έχει άμεση σχέση και μάλιστα αιτιώδη συνάφεια με την κατηγορία για την οποία ο κατηγορούμενος διώχθηκε και δικάζεται, τούτο δε κρίνεται από τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό χαρακτηρισμό, όπως διατυπώνεται στο κλητήριο θέσπισμα ή στην κλήση του κατηγορουμένου και σύμφωνα με το προστατευόμενο αγαθό. Έτσι για να προσδιορισθεί ποίος ο αμέσως ζημιούμενος και αν έχει έννομο συμφέρον και νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση πολιτικής αγωγής, αναζητείται ποίο είναι το συμφέρον και το έννομο αγαθό που προστατεύει η συγκεκριμένη διάταξη που παραβιάστηκε από τον κατηγορούμενο για την οποία δικάζεται. Η δήλωση παραστάσεως, πρέπει κατά το άρθρο 84 ΚΠοινΔ να περιλαμβάνει συνοπτική έκθεση της υποθέσεως, για την οποία δηλώνεται η παράσταση, προϋπόθεση, η οποία καλύπτεται και με παραπομπή στην πράξη για την οποία διώκονται οι κατηγορούμενοι και τους λόγους στους οποίους στηρίζεται, δηλαδή αν πρόκειται για υλική ζημία ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ΑΠ 478/2014). Κατά τη διάταξη του άρθρου 259 του Π.Κ., «υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της παραβάσεως καθήκοντος, δράστης του οποίου είναι υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α του ιδίου Κώδικα, απαιτούνται: α) παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, το οποίο καθορίζεται με νόμο ή με διοικητική πράξη ή με ιδιαίτερες οδηγίες της προϊσταμένης αρχής ή ενυπάρχει στην φύση της υπηρεσίας, β) πρόθεση του δράστη, δηλαδή, δόλος που περιέχει την θέληση παραβάσεως του καθήκοντος της υπηρεσίας και γ) σκοπός να προσπορισθεί στον ίδιο τον δράστη ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να επέλθει βλάβη στο κράτος ή σε κάποιον άλλον, χωρίς να απαιτείται και η επίτευξη του εν λόγω σκοπού. Το έννομο αγαθό που προστατεύει η διάταξη του άρθρου 259 του Π.Κ. και προσβάλλεται από την αξιόποινη πράξη που προβλέπεται από αυτή, είναι η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών αποκλειστικά προς το συμφέρον της πολιτείας και της κοινωνίας, που έχουν ταχθεί να εξυπηρετούν οι υπάλληλοι με χρηστότητα και καθαρότητα. Ως υπάλληλος κατά το άρθρο 13 περ. α του Π.Κ. νοείται κάθε πρόσωπο, στο οποίο έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση υπηρεσίας δημοσίου δικαίου. Εξάλλου, για να συντρέχει ο άνω σκοπός πρέπει, όχι μόνον, η βούληση του δράστη να κατατείνει προς αυτόν, αλλά και η συμπεριφορά του, όπως αναπτύσσεται, να μπορεί αντικειμενικά να οδηγήσει στην επίτευξή του, αφού ο όρος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον λογικά σημαίνει ότι η πράξη, όπως επιχειρείται από τον δράστη, δύναται να οδηγήσει στην απόκτηση παράνομου οφέλους, ή στην πρόκληση βλάβης τρίτων (αντικειμενικό στοιχείο) και επιπλέον ότι η βούληση του δράστη κατευθύνεται στην απόκτηση του οφέλους ή στην πρόκληση της βλάβης (υποκειμενικό στοιχείο). Έτσι, μεταξύ της πράξεως και του σκοπού οφέλους ή βλάβης πρέπει να υπάρχει μία τέτοια αιτιώδης σχέση ώστε η πράξη της παραβάσεως καθήκοντος, αν δεν είναι ο αποκλειστικός τρόπος, πάντως πρέπει να είναι πρόσφορος περιποιήσεως του σκοπουμένου οφέλους ή της σκοπούμενης βλάβης, πράγμα που συμβαίνει όταν το σκοπούμενο όφελος ή η βλάβη δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνον με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος. Η ωφέλεια ή η βλάβη μπορεί να είναι όχι μόνον υλική αλλά και ηθική. Όσον αφορά την βλάβη του κράτους, που προβλέπει η σχετική διάταξη, παράλληλα με την βλάβη κάποιου άλλου, η βλάβη αυτή έχει ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο, αναφέρεται σε συγκεκριμένα έννομα συμφέροντα του κράτους, πέρα από τη γενικότερη δυσλειτουργία της υπηρεσίας που επιφέρει η μη τήρηση εκ μέρους των υπηρεσιακών τους καθηκόντων και πρέπει να προσδιορίζεται και σε τι συνίσταται η βλάβη αυτή, όπως και να καθορίζεται στην απόφαση από πού προκύπτει το καθήκον του υπαλλήλου το οποίο αυτός, από πρόθεσή του, παραβίασε. Το άρθρο 263 α ΠΚ επεκτείνει την υπαλληλική ιδιότητα στους δημάρχους ή προέδρους κοινοτήτων και όσους υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.
Από τις διατάξεις των άρθρ. 183 παρ. 1 του ΠΔ 410/95 περί δημοτικού και κοινοτικού Κώδικα αλλά και εκείνες των αρθρ. 141 του ν. 3463/2006 και 232 του ν. 3852/2010 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρ. 64 παρ. 2, ΚΠΔ προκύπτει ότι ο αμέσως ζημιωθείς από την πράξη ή παράλειψη χαρακτηριζόμενη ως ποινικό αδίκημα (παράβαση καθήκοντος) που τέλεσαν τα ανωτέρω αιρετά όργανα των Ο.Τ.Α. κατά την άσκηση της εξουσίας που τους έχει ανατεθεί δικαιούται να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων σε βάρος αυτών προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνον, αφού τα όργανα αυτά δεν ευθύνονται προσωπικά για την προκληθείσα ζημία σε τρίτο, το δικαίωμα δε αυτό είναι αυτοτελές και διακεκριμένο εκείνου του ΟΤΑ και ανήκει στον αμέσως εκ του αδικήματος παθόντα.
Στην προκειμένη περίπτωση παραπέμφθηκαν οι κατηγορούμενοι δημοτικοί σύμβουλοι, δημοτικοί υπάλληλοι του …, ειδικός Σύμβουλος του Δημάρχου (23ος) και Αντιδήμαρχος … (32ος), να δικαστούν για τις πράξεις της παράβασης καθήκοντος άπαξ και κατ’ εξακολούθηση, ηθικής αυτουργίας σε παράβαση καθήκοντος κατά συρροή, άμεσης συνέργειας σε παράβαση καθήκοντος και ψευδούς βεβαιώσεως από κοινού, οι οποίες συνέβησαν κατά το κλητήριο θέσπισμα ως εξής: Α) 1) Ο πρώτος έως και η εικοστή δεύτερη των κατηγορουμένων ήτοι οι Δ. Α. του Κ., Μ. Β. του Α., Σ. Γ. του Δ., Ι. Δ. του Ν., Κ. Ζ. του Α., Ά. Ι. του Λ., Σ. Κ. του Ε., Θ. Κ. του Π., Μ. Μ. του Χ., Α. Σ. του Ι., Δ. Ζ. του Γ., Γ. Φ. του Θ., Η. Ζ. του Γ., Π. Χ. του Π., Γ. Α. του Ι., Β. Α. του Γ., Φ. Ζ. του Α., Γ. Χ. του Γ., Δ. Μ. του Κ., Κ. Ν. του Δ., Ο. Κ. του Ν. και Α. Τ. του Σ., την 9.8.2012 ενώ ήταν υπάλληλοι κατά την έννοια των άρθρων 13α και 263Α ΠΚ, με πρόθεση παρέβησαν τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσουν παράνομο όφελος σε άλλον. Ειδικότερα, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο, ενώ οι ως άνω κατηγορούμενοι ήταν υπάλληλοι και δη δημοτικού σύμβουλοι του … κατά παράβαση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων όπως αυτά προβλέπονται από το άρθρο 68 § 2 του ν. 3852/2010 απέρριψαν την με αριθμ. πρωτ. …/22.6.12 ένσταση της αναδόχου Κοινοπραξίας – Ε.Δ.Ε. «…» κατά της με αριθμ. …28.5.12 απόφασης της Τεχνικής Υπηρεσίας του … με την οποία η ως άνω ανάδοχος κηρύχθηκε έκπτωτη του έργου «Ανέγερση του κτιρίου για τη στέγαση του … και του 15ου 2θέσιου Ολοήμερου Νηπιαγωγείου στην …» καθώς με την υπ’ αριθμ. …2012 ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ενέκριναν την κήρυξη της έκπτωση της ενιστάμενης κοινοπραξίας ενώ είχαν ενημερωθεί από τους εκπροσώπους της Κοινοπραξίας Ε.Δ.Ε. για την ύπαρξη των αυθαιρέτων κτισμάτων που είχαν αποκρύβει από το τοπογραφικό διάγραμμα του ακινήτου με συνέπεια εκτός άλλων να μην είναι εφικτή η διαμόρφωση του περιβάλλοντος του κτιρίου χώρου σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη και πως αυτή η ύπαρξη των αυθαιρέτων κτισμάτων εμπόδιζε την εξέλιξη του έργου. Επιπλέον, προέβησαν στη λήψη της ως άνω απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου δίχως προηγουμένως να έχει γνωμοδοτήσει σχετικά το αρμόδιο Τεχνικό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης κατ’ άρθρο 61 § 7 του Ν.3669/2008 (το οποίο βρισκόταν σε αναμονή συγκρότησης όπως είχε γνωστοποιήσει η Δ/νση Τεχνικών Υπηρεσιών Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης με το υπ’ αριθμ πρωτ. …/2.8.2012 έγγραφο της αρμοδίως μεταξύ άλλων και στον …) και παρότι ακόμη υπήρχε ικανός χρόνος μέχρι την παρέλευση της δίμηνης προθεσμίας (αρχομένης από την 22.6.2012 – ημερομηνία κατάθεσης της ένστασης της αναδόχου) για την έκδοση της σχετικής απόφασης. Προέβησαν δε στην πράξη τους αυτή με σκοπό να ωφελήσουν το … καθ’ όσον ο τελευταίος είχε συμφέρον να εμφανίζεται επίσημα ότι το έργο είχε σταματήσει λόγω της σχετικής απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου και όχι λόγω του επείγοντος 7/8.8.2012 σήματος διακοπής της Πολεοδομίας έτσι ώστε να μην υποστεί ο Δήμος τις δυσμενείς συνέπειες της απένταξης του έργου από το Πρόγραμμα του ΕΣΠΑ, στο οποίο το έργο παρανόμως είχε ενταχθεί καθώς υπήρχαν στο οικόπεδο και στον περιβάλλοντα του κτιρίου χώρο αυθαίρετα κτίσματα και εμπόδια ήτοι αυθαίρετο κτίριο εμβαδού 4,30 τ.μ. συνέχεια όμορου ακινήτου και τοιχείο με τσιμεντόλιθους γειτονικής ιδιοκτησίας επάνω στο οποίο όδευε αγωγός φυσικού αερίου ευρισκομένου από 5εκ. έως 20 εκ. εντός του οικοπέδου του Δήμου. 2) Οι εκ των ανωτέρω κατηγορουυένων Δ. Α. του Κ. Σ. Γ. του Δ., Ι. Δ. του Ν.. Κ. Ζ. του Α., Θ. Κ. του Π., Μ. Μ. του Χ. Α. Σ. του Ι., με περισσότερες πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος (καθώς τέλεσαν και την υπό στοιχ. Α1) πράξη του παρόντος και οι εικοστάς όγδοος, εικοστός ένατος και τριακοστός των κατηγορουμένων ήτοι οι Ν. Β. του Κ., Χ. Σ. του Α. και Α. Τ. του Σ. την 11.11.2013 ενώ ήταν υπάλληλοι κατά την έννοια των άρθρων 13° και 263α ΠΚ, με πρόθεση παρέβησαν τα καθήκοντα της υπηρεσίας τους με σκοπό να προσπορίσουν παράνομο όφελος σε άλλον. Ειδικότερα, κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο και ενώ ήταν υπάλληλοι και δη δημοτικού σύμβουλοι του … κατά παράβαση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων όπως αυτά προβλέπονται από το άρθρο 68 § 2 του ν. 3852/2010, έλαβαν την με αριθμό 475/2013 θετική απόφαση για την κατάπτωση των εγγυητικών επιστολών προκαταβολής ποσού 126.369,98 Ευρώ και 252.739,97 Ευρώ και καλής εκτέλεσης του έργου ποσού 140.080,00 Ευρώ της ως άνω αναδόχου κοινοπραξίας Ε.Δ.Ε. καθώς και για την έγκριση της με αριθμ. …21.6.2012 απόφασης της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών (Δ.Τ.Υ.) του … επιβολής ποινικών ρητρών στην ως άνω ανάδοχο εταιρία ποσού 147.923,70 Ευρώ, παρότι οι διακείμενοι υπέρ της κατάπτωσης αυτής ήταν μόλις δέκα (10) και ενώ βάσει του άρθρου 96 ν. 3463/2006 για τη λήψη απόφασης απαιτούνταν να ψηφίσουν τουλάχιστον ένδεκα (11) μέλη θετικά αφού η πλειοψηφία δεν υπολογίζεται βάσει του αριθμού των παρισταμένων [ήτοι εν προκειμένω δεκαοκτώ (18) μελών] αλλά της πλασματικής απαρτίας των είκοσι ενός (21) μελών καθ’ όσον το Δημοτικό Συμβούλιο του εν λόγω Δήμου απαρτιζόταν κατά τον κρίσιμο χρόνο από σαράντα ένα (41) μέλη συνολικά, στην δε ως άνω πράξη τους προέβησαν με σκοπό να προσπορίσουν στο Δήμο ισάξια παράνομη περιουσιακή ωφέλεια.
Β) Ο εικοστός τρίτος των κατηγορουμένων Δ. Μ. του Ν. την 9.8.12 με πρόθεση προκάλεσε σε άλλους και δη σε περισσότερα του ενός πρόσωπα την απόφαση να εκτελέσουν την άδικη πράξη που εκείνοι διέπραξαν. Ειδικότερα, υπό την ιδιότητα του ως ειδικού συμβούλου – επιστημονικού συνεργάτη του … και ενώ παρίστατο στη συνεδρίαση λογοδοτώντας απευθείας στο Δήμαρχο, με πειθώ και συνεχείς παραινέσεις έπεισε τους προαναφερθέντες Δημοτικούς Συμβούλους να τελέσουν την προπεριγραφείσα από στοιχ. Α1) του παρόντος παράβαση καθήκοντος και με τον ίδιο ως άνω αναφερόμενο σκοπό.
Γ) Οι εικοστός τέταρτος, εικοστός πέμπτος, εικοστός έκτος και εικοστός έβδομος των κατηγορουμένων Ν. Χ. του Σ. Ι. Μ. του Ε. Μ. Π. του Τ. και Κ. Γ. του Γ., την 9.8.12 παρείχαν άμεση συνδρομή στο δράστη κατά τη διάρκεια αυτής της πράξης και στην εκτέλεση της κύριας πράξης. Ειδικότερα οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι τυγχάνουν οι μεν Χ. και Μ. επιβλέποντες μηχανικοί του …, η Π. Προϊστάμενη του Τμήματος Μελετών και Έργων της Δ.Τ.Υ. η δε Γ. Προϊσταμένη της Δ.Τ.Υ. του …, συνέταξαν και κατέθεσαν την με αριθμ. …/9.8.12 γραπτή εισήγηση ενόψει της συζήτησης στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου κατά της ως άνω αναφερόμενης με αριθμ. …28.5.12 απόφασης της Τεχνικής Υπηρεσίας του …, με την οποία εισηγήθηκαν την απόρριψη της με αριθμ. πρωτ. …/22.6.12 ένστασης της ως άνω αναφερόμενης της αναδόχου Κοινοπραξίας – Ε.Δ.Ε. «…» κατά της με αριθμ. …28.5.12 απόφασης της Τεχνικής Υπηρεσίας του …, με την οποία η ως άνω ανάδοχος κηρύχθηκε έκπτωτη του έργου «Ανέγερση του κτιρίου για τη στέγαση του … και του 15ου 2θέσιου Ολοήμερου Νηπιαγωγείου στην …», διευκολύνοντας και υποστηρίζοντας με τον τρόπο αυτό τους ως άνω από στοιχ. Α1) του παρόντος είκοσι δύο κατηγορούμενους στην τέλεση της πράξης της παράβασης καθήκοντος που εκείνοι τέλεσαν με τη λήψη της με αριθμ. …2012 ομόφωνης απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου όπως ειδικότερα παραπάνω υπό στοιχ. Α1) του παρόντος αναφέρεται.
Δ) Η τριακοστή πρώτη των κατηγορουμένων Φ. Γ. του Ι., ενώ ήταν υπάλληλος κατά την έννοια των άρθρων 13° και 263Α ΠΚ, με πρόθεση παρέβη τα καθήκοντα της υπηρεσίας της με σκοπό να προσπορίσει παράνομο όφελος σε άλλον. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από την 8.8.12 μέχρι και την 9.8.2012, υπάλληλος τυγχάνουσα στο γραφείο του τότε Αντιδημάρχου Αστικού Σχεδιασμού- Πολεοδομίας & Δικτύων του … Α. Κ., με πρόθεση και κατά παράβαση των υπηρεσιακών της καθηκόντων, που συνίσταντο στη νόμιμη και εύρυθμη λειτουργία του γραφείου, παρότι έλαβε την 7.8.12 το χαρακτηρισμένο ως επείγον τηλεφωνικό σήμα διακοπής οικοδομικών εργασιών στο ως άνω αναφερόμενο δημοτικό έργο του …, υπογεγραμμένο ήδη από την 7.8.2012 από τους δύο εισηγητές αυτού, υπαλλήλους της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, το κράτησε παράνομα και παρέλειψε να το προωθήσει παρά το γεγονός ότι είχε ιδιαίτερη προς τούτο νομική υποχρέωση, το προώθησε δε μόλις την 10.8.12, ήτοι μετά την εκτάκτως συγκληθείσα συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου του … (που κατά τα ανωτέρω έλαβε χώρα την 9.8.12), οπότε και το παρέδωσε υπογεγραμμένο από τον Α. Κ. για να περάσει από το πρωτόκολλο της υπηρεσίας και να αποσταλεί στο Αστυνομικό Τμήμα … προς εκτέλεση. Προέβη δε στην πράξη της αυτή με σκοπό να ωφελήσει το … καθ’ όσον ο τελευταίος είχε συμφέρον να εμφανίζεται επίσημα ότι το έργο είχε σταματήσει λόγω της σχετικής απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου και όχι λόγω του επείγοντος 7/8.8.2012 σήματος διακοπής της Πολεοδομίας έτσι ώστε να μην υποστεί ο Δήμος τις δυσμενείς συνέπειες της απένταξης του ως άνω αναφερόμενου έργου από το Πρόγραμμα του ΕΣΠΑ, στο οποίο το έργο παρανόμως είχε ενταχθεί λόγω της ύπαρξης στο οικόπεδο και στον περιβάλλοντα του κτιρίου χώρο αυθαιρέτων κτισμάτων και εμποδίων ήτοι αυθαίρετο κτίριο εμβαδού 4,30 τ.μ. συνέχεια όμορου ακινήτου και τοιχείο με τσιμεντόλιθους γειτονικής ιδιοκτησίας επάνω στο οποίο όδευε αγωγός φυσικού αερίου ευρισκομένου από 5 εκ. έως 20 εκ. εντός του οικοπέδου του Δήμου.
Ε) Ο τριακοστός δεύτερος των κατηγορουμένων Α. Κ. του Ι., κατά το χρονικό διάστημα από την 8.8.12 μέχρι και την 9.8.2012, με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που εκείνος διέπραξε. Ειδικότερα, ενώ ήταν Αντιδήμαρχος Αστικού Σχεδιασμού- Πολεοδομίας & Δικτύων του … με συνεχείς προτροπές και παραινέσεις έπεισε την υπάλληλο που εργαζόταν στο γραφείο του Φ. Γ. του Ι. να τελέσει την προπεριγραφείσα παράβαση καθήκοντος κατά τα ανωτέρω υπό στοιχ. Δ) του παρόντος αναφερόμενα και με τον ίδιο ως άνω αναφερόμενο σκοπό.
ΣΤ) Οι τριακοστός τρίτος και τριακοστός τέταρτος των κατηγορουμένων Β. Σ. και Γ. Β. την 7.3.2013 από κοινού και μετά από συναπόφαση ενεργούντες, ενώ ήταν υπάλληλοι κατά την έννοια των άρθρων 13° και 263Α ΠΚ που στα καθήκοντα τους αναγόταν η έκδοση και η σύνταξη δημοσίων εγγράφων, σε τέτοιο έγγραφο βεβαίωσαν με πρόθεση ψευδώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες. Ειδικότερα, ενώ ήταν υπάλληλοι της και συντάκτες της υπ’ αριθμ ….2013 έκθεσης αυτοψίας με πρόθεση βεβαίωσαν ψευδώς ως έτος κατασκευής των αυθαιρέτων κατασκευών που αναγέρθηκαν στο οικόπεδο του … στα πλαίσια της ανέγερσης του ως άνω έργου το έτος 2010, ήτοι δέχθηκαν ως χρόνο κατασκευής προγενέστερο αυτού της σύναψης της επίμαχης σύμβασης εργολαβίας (που έλαβε χώρα την 31.12.2010) βάσει της οποίας και κατασκευάστηκαν, προκειμένου να καταστεί εφικτό στο … να εντάξει τις αυθαίρετες κατασκευές του έργου στις ευνοϊκές διατάξεις του ν. 4014/2011.
Για παράβαση των άρθρων 242 § 1, 259, 263 και 263 Α’ του Π.Κ, σε συνδυασμό με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 1, 13 στοιχείο α, 14, 15, 16, 17, 18 εδ. β’, 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1α, 46 παρ. 1α και β’, 51, 61, 63, 79, 94 και 98 του Π.Κ. και τις διατάξεις των άρθρων 68 παρ. 2 του ν. 3852/2010, 61 παρ. 7 του ν. 3669/2008, 96 ν. 3463/2006″.
Κατά την έναρξη της διαδικασίας εμφανίστηκε ο Β. Π. ως εκπρόσωπος και διαχειριστής της εταιρείας «…» και δήλωσε για λογαριασμό της παράστασης πολιτικής αγωγής εναντίον του πρώτου, τρίτου και δεκάτου, δημοτικών συμβούλων, εικοστού τετάρτου, εικοστού πέμπτου και τριακοστής πρώτης δημοτικών υπαλλήλων και του τριακοστού δευτέρου Αντιδημάρχου Αστικού Σχεδιασμού του …, μόνο για υποστήριξη της κατηγορίας λόγω μειώσεως του κύρους και της αξιοπιστίας της από το σε βάρος της αδίκημα της παράβασης καθήκοντος (και παράσταση πολιτικής αγωγής σε βάρος του εικοστού τρίτου κατηγορουμένου, ζητώντας να επιδικασθεί σε βάρος του αποζημίωση 44 ευρώ. Το δικαστήριο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, κατά παραδοχή της σχετικής ενστάσεως των κατηγορουμένων την απέβαλε δεχθέν ότι από το περιεχόμενο του κλητηρίου θεσπίσματος δεν προέκυπτε ότι αυτή ήταν αμέσως ζημιωθείσα εκ της παρανόμου πράξεως των κατηγορουμένων δημοτικών συμβούλων, δημοτικών υπαλλήλων. Ειδικότερα το δικαστήριο δέχθηκε τα εξής: «Στην προκειμένη περίπτωση στο με αριθ. … κλητήριο θέσπισμα αναφέρεται ότι οι 1ος, 3ος και 10ος των κατηγορουμένων, Δ. Α., Σ. Γ. και Α. Σ., όντες δημοτικοί υπάλληλοι του …, κατά παράβαση των καθηκόντων τους με τη με αριθ. …2012 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου στο οποίο μετείχαν απέρριψαν την με αριθ. πρωτοκόλλου …/22-6-2012 ένσταση της αναδόχου κοινοπραξίας Ε.Δ.Ε. «…» κατά της με αριθ. …28-5-2012 απόφασης της Τεχνικής Υπηρεσίας του ως άνω δήμου, την οποία έλαβαν οι επιβλέποντες μηχανικοί του παραπάνω δήμου, Ν. Χ. και Ι. Μ., 24ος και 25ος των κατηγορουμένων αντίστοιχα, συνδράμοντάς τους άμεσα κατ’ αυτόν τον τρόπο, με την οποία απόφαση η ως άνω ανάδοχος κηρύχθηκε έκπτωτη του έργου «Ανέγερση του κτιρίου για τη στέγαση του 8ου και 15ου διθέσιου Ολοήμερου Νηπιαγωγείου στην …» και ενέκριναν την κήρυξη; της έκπτωσης της κοινοπραξίας, ενώ είχαν ενημερωθεί από τους εκπροσώπους της κοινοπραξίας Ε.Δ.Ε. για την ύπαρξη των αυθαίρετων κτισμάτων που είχαν αποκρυυβεί από το τοπογραφικό διάγραμμα του ακινήτου με συνέπεια εκτός άλλων να μη είναι εφικτή η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη και πως αυτή η ύπαρξη των αυθαιρέτων κτισμάτων εμπόδιζε την εξέλιξη του έργου, ενώ επιπλέον προέβησαν στην λήψη αυτής της απόφασης ύστερα από συνεχείς παραινέσεις του ειδικού συμβούλου – επιστημονικού συνεργάτη του δημάρχου, Δ. Μ., 23ου κατηγορούμενου και χωρίς να γνωμοδοτήσει το αρμόδιο Τεχνικό Συμβούλιο Δημοσίων Έργων της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης (άρθρ. 61 ρ. 7 του Ν. 3669/2008). Η δε 32η κατηγορούμενη, Φ. Γ., ούσα υπάλληλος στο γραφείο του. τότε Αντιδημάρχου Αστικού Σχεδιασμού – Πολεοδομίας και Δικτύων του …, Α. Κ. 33ου κατηγορουμένου, ύστερα από συνεχείς προτροπές και παραινέσεις του τελευταίου, κατά παράβαση των καθηκόντων της, παρότι έλαβε στις 7-8-2012 το χαρακτηρισμένο ως επείγον τηλεφωνικό σήμα διακοπής οικοδομικών εργασιών στο ως άνω αναφερόμενο δημοτικό έργο του …, υπογεγραμμένο από την 7η-8-2012 από τους δύο εισηγητές αυτού, υπαλλήλους της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, το κράτησε παράνομα και παρέλειψε να το προωθήσει παρά το γεγονός ότι είχε ιδιαίτερη υποχρέωση, το προώθησε δε μόλις στις 10-8-2012, ήτοι μετά την εκτάκτως συγκληθείσα συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του ως άνω δήμου, οπότε και το παρέδωσε υπογεγραμμένο από τον 33° κατηγορούμενο για να περάσει από το πρωτόκολλο της υπηρεσίας και να αποσταλεί στο Α.Τ. … προς εκτέλεση. Στις ως άνω παραβάσεις καθήκοντος προέβησαν οι ανωτέρω κατηγορούμενοι με σκοπό να προσπορίσουν παράνομο όφελος σε άλλον και δη να ωφελήσουν το …, καθόσον. Ο τελευταίος είχε συμφέρον να εμφανίζεται επίσημα ότι το έργο που είχε αναλάβει η εν λόγω κοινοπραξία είχε σταματήσει λόγω της σχετικής απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου και όχι λόγω του επείγοντος από 7/8-8-2012 σήματος διακοπής της Πολεοδομίας, έτσι ώστε να μην υποστεί ο Δήμος τις δυσμενείς συνέπειες της απένταξης του έργου από το πρόγραμμα ΕΣΠΑ. Ωστόσο, στο εν λόγω κλητήριο θέσπισμα δεν εκτίθεται πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν βλάβη ή ζημία επελθούσα συνέπεια των αποδιδόμενων στους παραπάνω κατηγορούμενους πράξεων, ούτε καθορίζεται το ύψος αυτής, καθώς και ο φερόμενος ως παθών (νομικό ή φυσικό πρόσωπο) που υπέστη την όποια βλάβη. Επομένως, εφόσον από τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό χαρακτηρισμό αυτών, όπως διατυπώνονται στο εν λόγω κλητήριο θέσπισμα και σύμφωνα με το προστατευόμενο αγαθό, δεν προσδιορίζεται ο αμέσως ζημιωθείς και αν έχει έννομο συμφέρον και νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση πολιτικής αγωγής, πρέπει να γίνουν δεκτές οι αντιρρήσεις παράστασης πολιτικής αγωγής που προέβαλε ο συνήγορος υπεράσπισης των 31ης και 32ου κατηγορουμένων, και να αποβληθεί η υποβληθείσα πολιτική αγωγή ως προς όλους τους παραπάνω κατηγορούμενους (1°, 3°, 10°, 23°, 24°, 25°, 31η, και 32°) ανεξάρτητα από το γεγονός ότι προβλήθηκε αντίρρηση παράστασης πολιτικής αγωγής μόνο ως προς τους 31η και 32° των κατηγορουμένων και όχι ως προς όλους, διότι το ζήτημα αυτό ερευνάται αυτεπάγγελτα από το παρόν Δικαστήριο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη. Μετά ταύτα, παρέλκει η εξέταση των αντιρρήσεων κατά της πολιτικής αγωγής αναφορικά με τον23° κατηγορούμενο.» Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο ορθά ερμήνευσε τις προπαρατεθείσες νομικές διατάξεις και απέβαλε την πολιτικώς ενάγουσα διότι από το περιεχόμενο του κλητηρίου θεσπίσματος δεν προκύπτει ότι αυτή ήταν αμέσως ζημιωθείσα από τις παράνομες πράξεις των κατηγορουμένων, αφού με τις πράξεις των είχαν σκοπό να προσπορίσουν παράνομο όφελος στον δήμο, χωρίς ο σκοπός των αυτός να εκτείνεται και στην αντίστοιχη ζημία της πολιτικώς ενάγουσας. Επίσης, δεν προσδιορίζεται από ποιες πράξεις των κατηγορουμένων υπέστη μείωση της φήμης και της αξιοπιστίας της, ώστε να πρέπει να γίνει δεκτή η δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής.
Συνεπώς, δεν υπερέβη την εξουσία του και θα πρέπει να απορριφθεί ο περί του αντιθέτου μοναδικός λόγος αναίρεσης και η αναίρεση στο σύνολό της (ως αβάσιμη όπως στο διατακτικό). Ερήμην της πολιτικώς εναγούσης «…», η οποία όπως προκύπτει από το από 5.7.2017 αποδεικτικό επιδόσεως του Επιμελητή Δικαστηρίων Ι. Μ., κλήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα να παραστεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικασίμου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την υπ’ αριθμ. ….5.2017 αίτηση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 2990/29.3.2017 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιουνίου 2018. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 12 Ιουνίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Παύει οριστικά κάθε ποινική δίωξη κατά του πρώην υπαλλήλου της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης Ι. Σιάννη, βασικού μάρτυρα της δίκης για τα «45άρια» 0
Παύει οριστικά κάθε ποινική δίωξη κατά του πρώην υπαλλήλου της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης Ι. Σιάννη, βασικού μάρτυρα της δίκης για τα «45άρια»
Παύει οριστικά κάθε ποινική δίωξη κατά του πρώην υπαλλήλου της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης Ι. Σιάννη, που κατηγορούνταν για διαδικασίες σύνταξης και πληρωμής μελέτης στην οδό Μεσημερίου –Επανωμής, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Οικολογία – Αλληλεγύη.
Ο κ. Σιάννης είναι είναι ένας από τους βασικούς μάρτυρες κατηγορίας στη δίκη για τα 45άρια της διοίκησης Ψωμιάδη.
Ακολουθεί η ανακαοίνωση της Οικολογία – Αλληλεγύης:
«Ο συγκεκριμένος πρώην μηχανικός της Τεχνικής Υπηρεσίας της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης έχει συμβάλει στην αποκάλυψη του σκανδάλου με τα περιβόητα 456 «45άρια» (διάσπαση 456 ενιαίων έργων σε μικρότερα κάτω από 45.000 ευρώ, ώστε να μπορούν να δοθούν με απευθείας αναθέσεις) και τις εικονικές συμβάσεις έργου, για τις οποίες οι αδελφοί Ψωμιάδη και άλλα υπεύθυνα δικάζονται στις 21/1/2019 για κακουργηματικές πράξεις και βλάβη του Δημοσίου ύψους τεσσάρων εκατομμυρίων ευρώ για τα 45αρια και άλλου ενός εκατομμυρίου ευρώ και πλέον για τις συμβάσεις έργου.
«Κατέρρευσε η σκευωρία εναντίον ενός έντιμου υπαλλήλου, που απλώς έκανε το καθήκον του προστατεύοντας το δημόσιο συμφέρον, δεν υπέκυψε στις πιέσεις του συστήματος Ψωμιάδη, στήριξε τη χάραξη ενός δρόμου που σεβόταν το ανάγλυφο της περιοχής και δεν υπάκουσε στα οργανωμένα συμφέροντα κερδοσκοπίας πάνω στη γη, με αλλαγές στη χάραξη, που θα μείωναν την αξία των οικοπέδων», δήλωσε ο υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης Μιχάλης Τρεμόπουλος, ο οποίος κατέθεσε και ως βασικός μάρτυρας υπεράσπισης του Ι. Σιάνη. «Έγιναν αποδεκτά όλα όσα είχαμε υποστηρίξει στην κατάθεσή μας. Απέτυχαν στο σχέδιο να μειωθεί η αξιοπιστία του μάρτυρα στη δίκη τους. Τώρα έρχεται η σειρά των συκοφαντών να καθίσουν στο σκαμνί και να απολογηθούν για τη σοβαρή κατηγορία της απιστίας κατά του Δημοσίου».
Πιο αναλυτικά, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, σε μια δίκη που ξεκίνησε τον περασμένο Οκτώβριο, συντάχθηκε με την πρόταση της εισαγγελέως κ. Τιντικάκη και απάλλαξε τους συνταξιούχους υπαλλήλους Σιάννη Ι., Τζαναβάρη Θεμ. και τον μελετητή Παρωτίδη Ι. από την κατηγορία για απιστία κατά του Δημοσίου και ηθική αυτουργία στην απιστία, αντίστοιχα, ζημιώνοντας την περιουσία της ΝΑΘ με την πληρωμή 190.792 ευρώ για συμπληρωματικές μελέτες για την οδό αυτή, από τον Ιούνιο 2004 έως τον Μάιο 2006.
Το δικαστήριο αποφάσισε ότι και για το ποσό των 14.500 ευρώ, που αφορά την παράκαμψη Μεσημερίου και στο οποίο περιόρισε την πιθανή ζημία του Δημοσίου, έχει παραγραφεί ο ποινικός χαρακτήρας και παύει κάθε ποινική δίωξη που αφορά την εκπόνηση της μελέτης «βελτίωσης γεωμετρικών χαρακτηριστικών οδού Μεσημερίου – Επανομής (μετά της περιφερειακής)». Για το ποσό αυτό έχει επέλθει παραγραφή και δεν κρίνει σκόπιμο να εξεταστεί η ουσία, εφόσον είναι πλημμέλημα.
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου κ. Γεωργιάδης μειοψήφησε και, μπαίνοντας στην ουσία της κατηγορίας για τα 14.500 ευρώ, υποστήριξε ότι οι κατηγορούμενοι πρέπει να κηρυχθούν αθώοι, γιατί αποδείχτηκε από την ακροαματική διαδικασία ότι η πληρωμή ήταν νόμιμη και δεν υπάρχει καμιά ζημία του Δημοσίου.
Δικηγόροι υπεράσπισης ήταν ο καθηγητής Λάμπρος Μαργαρίτης και οι Ν. Βασιλειάδης και Ν. Σουγιουλτζής.
Να σημειωθεί ότι ως πολιτική αγωγή, που υποστήριξε το κατηγορητήριο και ζήτησε την καταδίκη των τριών κατηγορουμένων, παραστάθηκαν δικηγόροι της νομικής υπηρεσίας της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας».
Πηγή: https://www.voria.gr/article/tremopoulos-erchete-i-sira-ton-sikofanton-na-kathisoun-sto-skamni
Λ. Μαργαρίτης/Ν. Βασιλειάδης, Ne bis in idem και τεκμήριο αθωότητας – Δωροδοκία και Ν 1608/1950 – Αυτοενοχοποίηση, διττό αξιόποινο και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (Ιδιωτική Γνωμοδότηση) (ΜΕΡΟΣ B΄) 0
Λ. Μαργαρίτης/Ν. Βασιλειάδης, Ne bis in idem και τεκμήριο αθωότητας – Δωροδοκία και Ν 1608/1950 – Αυτοενοχοποίηση, διττό αξιόποινο και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (Ιδιωτική Γνωμοδότηση) (ΜΕΡΟΣ B΄)
Λάμπρου Χ. Μαργαρίτη, Καθηγητή Νομικής Σχολής ΑΠΘ Νικολάου Δ. Βασιλειάδη, ΔΝ, Δικηγόρου
Η παρούσα μελέτη η οποία αποτέλεσε και αντικείμενο ιδιωτικής γνωμοδοτήσεως ασχολείται με τρία ζητήματα: α) την έκταση της αρχής ne bis in idem και του τεκμηρίου αθωότητας κυρίως υπό τις παραδοχές του ΕΔΔΑ, β) Το ζήτημα της δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 1 Ν 1608/1950 στο αδίκημα της δωροδοκίας και γ) την εφαρμογή του κανόνα του διττού (διπλού) αξιοποίνου (double criminality of the predicate offence) στο πλαίσιο της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, υπό τη μορφή του ελέγχου, αφενός στην Ελλάδα, αφετέρου κατά την αλλοδαπή νομοθεσία του τόπου τελέσεως και εν προκειμένω κατά το Ελβετικό Δίκαιο.
The present study, which was the subject of a private opinion, addresses three issues: a) the extent of the ne bis in idem principle and the presumption of innocence mainly under the assumptions of the EIDHR; b) the issue of applicability of Art. 1 N 1608/1950 on the bribery offense and c) the applicability of the principle of double criminality of the predicate offense in the context of money laundering in the form of control in Greece, on the one hand, and on the other hand according to the foreign law of the place of execution and in this case according to Swiss Law.
Λ. Μαργαρίτης/Ν. Βασιλειάδης, Ne bis in idem και τεκμήριο αθωότητας – Δωροδοκία και Ν 1608/1950 – Αυτοενοχοποίηση διττό αξιόποινο και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (Ιδιωτική Γνωμοδότηση) ΜΕΡΟΣ Α’ 0
Λ. Μαργαρίτης/Ν. Βασιλειάδης, Ne bis in idem και τεκμήριο αθωότητας – Δωροδοκία και Ν 1608/1950 – Αυτοενοχοποίηση διττό αξιόποινο και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (Ιδιωτική Γνωμοδότηση) ΜΕΡΟΣ Α’
Λάμπρου Χ. Μαργαρίτη, Καθηγητή Νομικής Σχολής ΑΠΘ
Νικολάου Δ. Βασιλειάδη, ΔΝ, Δικηγόρου
Η παρούσα μελέτη η οποία αποτέλεσε και αντικείμενο ιδιωτικής γνωμοδοτήσεως ασχολείται με τρία ζητήματα: α) την έκταση της αρχής ne bis in idem και του τεκμηρίου αθωότητας κυρίως υπό τις παραδοχές του ΕΔΔΑ, β) Το ζήτημα της δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 1 Ν 1608/1950 στο αδίκημα της δωροδοκίας και γ) την εφαρμογή του κανόνα του διττού (διπλού) αξιοποίνου (double criminality of the predicate offence) στο πλαίσιο της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, υπό τη μορφή του ελέγχου, αφενός στην Ελλάδα, αφετέρου κατά την αλλοδαπή νομοθεσία του τόπου τελέσεως και εν προκειμένω κατά το Ελβετικό Δίκαιο.
The present study, which was the subject of a private opinion, addresses three issues: a) the extent of the ne bis in idem principle and the presumption of innocence mainly under the assumptions of the EIDHR; b) the issue of applicability of Art. 1 N 1608/1950 on the bribery offense and c) the applicability of the principle of double criminality of the predicate offense in the context of money laundering in the form of control in Greece, on the one hand, and on the other hand according to the foreign law of the place of execution and in this case according to Swiss Law.
Αθώος ο Χρ. Οικονομίδης για τους παιδικούς σταθμούς στην Καλαμαριά
Εκτός από τον πρώην δήμαρχο, το δικαστήριο αθώωσε για την ίδια υπόθεση δύο πρώην διευθύντριες και τους τέσσερις προέδρους της Δημοτικής Επιχειρήσεις, εκείνης της περιόδου
Ομόφωνα αθώος κρίθηκε ο πρώην δήμαρχος Καλαμαριάς Χριστόδουλος Οικονομίδης, ο οποίος κάθισε στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, κατηγορούμενος για υπόθεση απάτης, ύψους 710.000 ευρώ, με επίκεντρο τη Δημοτική Επιχείρηση Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς, κατά την χρονική περίοδο 2003-2008.
Εκτός από τον πρώην δήμαρχο, το δικαστήριο αθώωσε για την ίδια υπόθεση δύο πρώην διευθύντριες και τους τέσσερις προέδρους της Δημοτικής Επιχειρήσεις, εκείνης της περιόδου. Όλοι οι παραπάνω αντιμετώπιζαν κατηγορίες συνδεόμενες με απάτη εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε. και απλή απάτη, κατά περίπτωση, ως φυσικοί, ή ηθικοί αυτουργοί, αλλά και ως απλοί συνεργοί στις συγκεκριμένες πράξεις.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, η υπόθεση αφορούσε δίδακτρα που κατέβαλαν γονείς για τη φοίτηση των παιδιών τους σε δημοτικούς παιδικούς και βρεφικούς σταθμούς, υπηρεσίες, που κατά το κατηγορητήριο «παρέχονταν δωρεάν, καθώς ήταν επιδοτούμενες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ελληνικό κράτος και την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας».
Οι εμπλεκόμενοι απολογήθηκαν ότι τηρήθηκαν οι νόμιμες διαδικασίες, τονίζοντας ότι καμία διαχειριστική αρχή ή ελεγκτικός μηχανισμός δεν διαπίστωσε έλλειμμα, ούτε αναζητήθηκε το συγκεκριμένο ποσό από την Ε.Ε. Οι ισχυρισμοί αυτοί φαίνεται ότι έπεισαν τους δικαστές που αποφάσισαν την αθώωσή τους.
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ
Συγγραφείς: | Β. Αδάμπας, Χ. Αθανασίου, Ν. Βασιλειάδης, Χ. Βουρλιώτης, Γ. Δανιήλ, Σ. Δασκαλόπουλος, Κ. Λαγού, Λ. Μαργαρίτης, Δ. Παπαδοπούλου, Π. Παπανδρέου, Ε. Τρύφωνα, Λ. Τσόγκας, Κ. Χατζηιωάννου |
Επιμέλεια: | Λ. Μαργαρίτης |
Σελίδες: | 2.252 |
Έκδοση: | 2η, 2018 |
Το παρόν έργο αποτελεί την δεύτερη έκδοση του δεύτερου τόμου του «Κώδικα Ποινικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατʼ άρθρο» και περιλαμβάνει ανάλυση και συστηματική ερμηνεία των άρθρων 462-603 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Το έργο είναι ενημερωμένο μέχρι και το Ν 4531/2018 (ΦΕΚ Α΄ 62/5.4.2018). Ο «Κώδικας Ποινικής Δικονομίας», μια καλαίσθητη και πολυτελής έκδοση, αποβλέπει αφενός στην υποβοήθηση και εμπέδωση της επιστημονικής γνώσης της Ποινικής Δικονομίας, αφετέρου στην αποτελεσματικότερη μετουσίωσή της σε πράξη. Το περιεχόμενο του έργου αυτού, που είναι προϊόν ομαδικής εργασίας, καθορίζεται αποφασιστικά από την ανάγκη υπηρετήσεως της επιστημονικής πληρότητας. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι στις σελίδες του βιβλίου βρίσκουν τη θέση τους όλες οι έως σήμερα διατυπωθείσες θεωρητικές και νομολογιακές απόψεις. Η σχετική ύλη εκτίθεται κατηγοριοποιημένη κατά τις ουσιώδεις έννοιες του κάθε υπό εξέταση άρθρου, υποβοηθούμενη σημαντικά από τη χρήση πλαγιαρίθμων. Βασίζεται κυρίως στην πλέον πρόσφατη νομολογία και στη (γενική και ειδική) βιβλιογραφία και αρθρογραφία, ενώ η ερμηνευτική προσέγγιση κάθε άρθρου, αντλούμενη από όλες τις ανωτέρω πηγές, είναι εξαντλητική. Συγκεκριμένα, στην ερμηνεία κατʼ άρθρο εκτίθεται το σχετικό άρθρο του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ακολουθεί η ειδική βιβλιογραφία-αρθρογραφία, κατόπιν οι σχετικές με το εξεταζόμενο άρθρο διατάξεις και, τέλος, η ερμηνεία του συνοδευόμενη, όπως προαναφέρθηκε, από χρήσιμους πλαγιάριθμους που βοηθούν τον χρήστη στον γρήγορο εντοπισμό του θέματος που τον ενδιαφέρει. Το έργο συμπληρώνεται με την παράθεση των βιογραφικών σημειωμάτων των συνεργατών του παρόντος τόμου, καθώς και με αλφαβητικό ευρετήριο. Αποτελεί ένα ολοκληρωμένο από κάθε άποψη βοήθημα για τον νομικό και τον ενασχολούμενο γενικότερα με την εφαρμογή του ποινικού δικαίου, καθώς διευρύνει τους ορίζοντες της γνώσης και συνεισφέρει στην ασφάλεια δικαίου.
Αθωώθηκε ο δήμαρχος Νεάπολης Συκεών Σίμος Δανιηλίδης
THESSNEWS-DESK
Αθώος κρίθηκε από το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης ο δήμαρχος Νεάπολης Συκεών Σίμος Δανιηλίδης με ομόφωνη απόφαση όπου δικάστηκε με την κατηγορία της ανωμοτί ψευδούς κατάθεσης, μετά από μήνυση του συμβούλου της μείζονος αντιπολίτευσης Βασίλη Μιχαηλίδη.
Η διοίκηση μάλιστα του δήμου σε δελτίο τύπου που γνωστοποιεί την απόφαση αναφέρει ρεπορτάζ που είδαν σήμερα το φως της δημοσιότητας και επισημαίνουν πως προχθές, Τρίτη 26 Ιουνίου, από το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης ο κ. Μιχαηλίδης κρίθηκε «ένοχος για το αδίκημα της κακουργηματικής φοροδιαφυγής κατ’ εξακολούθηση με την έκδοση εικονικών φορολογικών στοιχείων για ανύπαρκτες συναλλαγές που υπερβαίνουν το ποσό των 200.000 ευρώ». Μετά την εξέλιξη αυτή, και την επιβολή της ποινής φυλάκισης τριών ετών με τριετή αναστολή, όπως αναφέρουν τα ρεπορτάζ, «ο Συντονιστής της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης κ. Ιωάννης Σάββας, με βάση το άρθρο 236 του Ν.3852/2010, θα πρέπει να θέσει τον καταδικασθέντα σε αργία»,
«Πρόκειται για άλλη μια πανηγυρική και ομόφωνη αθωωτική απόφαση που στέλνει καθαρά μηνύματα προς πολλούς αποδέκτες. Κανένας δεν μπορεί να ‘‘παίζει’’ με θέματα νομιμότητας και ηθικής τάξης προκειμένου να προωθήσει προσωπικά και μικροπαραταξιακά συμφέροντα. Τελικά, αποδεικνύεται ότι όποιος προσπαθεί με εμπάθεια, μένος και πάθος να σκάψει το λάκκο του άλλου, τελικά πέφτει μέσα ο ίδιος. Η εμπιστοσύνη μας προς τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της είναι εκφρασμένη και δηλώνουμε αποφασισμένοι να μην επιτρέπουμε σε κανέναν να σπιλώνει το κύρος της διοίκησης του δήμου, που με διαφάνεια και νομιμότητα υπηρετεί τα συμφέροντα της κοινωνίας», δήλωσε μετά την έκδοση της απόφασης ο δήμαρχος Νεάπολης-Συκεών Σίμος Δανιηλίδης.
Η υπόθεση
Σύμφωνα με τον δήμο Νεάπολης Συκεών η υπόθεση που εκδικάστηκε σήμερα στο Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με κατηγορούμενο τον Σίμο Δανιηλίδη, αφορούσε σε παλαιότερη αντιδικία των δυο ανδρών με αφορμή τη διενέργεια δημοσκόπησης για τις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2010, κατά τις οποίες ο κ.Μιχαηλίδης ήταν υποψήφιος δήμαρχος ως επικεφαλής συνδυασμού και είχε προσφύγει στη δικαιοσύνη με καταγγελία-μήνυσή του, για να βρεθεί στη συνέχεια κατηγορούμενος για συκοφαντική δυσφήμιση. Κατά την εκδίκασή της, ο Σίμος Δανιηλίδης, που αυτός ήταν μηνυτής ως πολιτικός ενάγων, συγχώρεσε τον κ.Μιχαηλίδη και ανακάλεσε την έγκλησή του.
Παρά ταύτα, ο κ.Μιχαηλίδης, εκ των υστέρων και μετά την ανάκληση της έγκλησης από τον κ.Δανιηλίδη, υπέβαλε μήνυση για ψευδομαρτυρία για το αντικείμενο εκείνης της δίκης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, παρά την απαλλακτική εισαγγελική πρόταση, είχε καταδικάσει τότε τον κ.Δανιηλίδη, για να έρθει σήμερα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, το οποίο, μετά από απαλλακτική πρόταση της εισαγγελέως, αθώωσε ομόφωνα τον δήμαρχο Νεάπολης-Συκεών για την φερόμενη πράξη της ψευδούς ανωμοτί κατάθεσης.
Με την παρούσα έκδοση «Συμβούλιο Εφετών και αμετάκλητη παραπομπή κατηγορουμένου» επιχειρείται συστηματική ανάλυση ενός ειδικότερου τρόπου ουσιαστικής περάτωσης της κύριας ανάκρισης, ενός μοντέλου παραπομπής του κατηγορουμένου. Η παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο αποτελούσε ανέκαθεν για το νομοθέτη ένα χώρο διαρκούς επαναπροσδιορισμού, ένα πεδίο συνεχούς αναμόρφωσης και τροποποίησης των διατάξεων που το ρυθμίζουν.
Το πρώτο μέρος του έργου περιλαμβάνει μια συνολική ιστορική μελέτη και καταγραφή του χώρου της ουσιαστικής περάτωσης της κύριας ανάκρισης. Η καταγραφή αυτή αρχίζει από την προϊσχύσασα Ποινική Δικονομία του έτους 1834 και συνεχίζει με την ανάλυση των όσων ίσχυαν στην αρχική μορφή του ΚΠΔ, ερευνώντας τη διαχρονική εξέλιξη της παραπομπής του κατηγορουμένου στο ακροατήριο από το 1950 έως το 1976, από το 1976 και μέχρι το 2010 και, τέλος, προσεγγίζει το σημερινό κανονιστικό πλαίσιο, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την ισχύ του Ν 3904/2010.
Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η μελέτη του μοντέλου παραπομπής του κατηγορουμένου με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου εφετών υπό το πρίσμα της διαπλοκής του με άλλα μοντέλα παραπομπής του κατηγορουμένου (απευθείας κλήση, αλληλοεπικάλυψη Ν 1608/1950 και Ν 4022/2011, δικονομικοί τρόποι παραπομπής, συνάφεια κ.ά.).
Στο τρίτο μέρος του έργου καταγράφονται τα ζητήματα που άπτονται της συμπληρωματικής ανάκρισης σε σχέση πάντα με το μοντέλο παραπομπής του κατηγορουμένου με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου εφετών. Εδώ αναπτύσσεται η δυνατότητα του εισαγγελέα εφετών να διατάξει συμπληρωματική ανάκριση, η δυνατότητα του ανακριτή να διαφωνήσει στην παραγγελία του εισαγγελέα εφετών για διενέργεια συμπληρωματικής ανάκρισης και η δυνατότητα του συμβουλίου εφετών να διατάξει συμπληρωματική ανάκριση.
Στο τέταρτο μέρος ερευνώνται τα ζητήματα του αμετακλήτου του εκδιδόμενου βουλεύματος όταν ο κατηγορούμενος δεν παραπέμπεται τελικώς για κακούργημα για το οποίο προβλέπεται η περάτωση της κύριας ανάκρισης με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου εφετών, αλλά για άλλη πράξη κατʼ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας. Ακολουθεί η μελέτη της έκτασης του αμετακλήτου του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών για τους Εισαγγελικούς Λειτουργούς, ενώ ερευνάται και η έκταση του αμετακλήτου για τον πολιτικώς ενάγοντα.
Στο πέμπτο μέρος αναδεικνύονται τα επίμαχα ζητήματα που αφορούν τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού στον χώρο του αμετάκλητου βουλεύματος του συμβουλίου εφετών. Αναζητείται έτσι το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο για την άρση ή την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης και των περιοριστικών όρων, καθώς και η εξεύρεση του αρμοδίου για την εξακολούθηση και την παράταση της προσωρινής κράτησης συμβουλίου.
Στο έκτο και τελευταίο μέρος παρουσιάζονται τα ζητήματα της συμβατότητας του αμετάκλητου βουλεύματος του συμβουλίου εφετών με τους κανόνες αυξημένης τυπικής ισχύος.
- 1
- 2